Σε μια ζωή μόλις 20 χρόνων, της είχαν χρεώσει ήδη τόσες πληγές και αγκάθια, που δεν μπορούσε να δει για το εαυτό της όλο τον πλούτο που έβλεπα εγώ σε εκείνη. Όταν ήρθε η ώρα να πάρει την ευθύνη της ζωής της και να προχωρήσει μόνη της, δεν ήξερε τον τρόπο. Ήξερε μόνο να φτιάχνει καινούργιες φυλακές και να μπαίνει μέσα αυτοβούλως, γιατί σε αυτές τις συνθήκες είχε μάθει να επιβιώνει πάντα.
Εθισμοί, διατροφικές διαταραχές και σκέψεις θανάτου ήταν η καθημερινότητά της. Σκοτάδι και μια συνεχής προσπάθεια να αποδείξει στον εαυτό της πως δεν αξίζει τίποτα καλό.
Δώσαμε πολλές μάχες εκείνη κι εγώ, συχνά άνισες, όμως με τον καιρό η ψυχοθεραπεία έγινε ο νέος ασφαλής της τόπος, εκεί που μπόρεσε να ελευθερώσει όλα τα συναισθήματα που για χρόνια είχε μάθει να θάβει.
Σιγά σιγά άρχισε να βρίσκει στον εαυτό της την εγκυρότητα που τόσο είχε ανάγκη και εγώ καταλάβαινα πως το σκοτάδι άρχιζε να διαλύεται. Συνεχίζει να αμφισβητεί τον εαυτό της, τη δύναμή της, αλλά αρχίζει πάλι να επιθυμεί τη ζωή και να κάνει όνειρα για σπουδές, δουλειά, ταξίδια.
Σε μια πρόσφατη συνεδρία μας μου είπε: “Αν με ρωτήσει τώρα κάποιος αν θέλω να πεθάνω, θα του πω να το ξαναδούμε σε δυο-τρία χρόνια για να κάνω τώρα αυτά που έχω προγραμματίσει.” Ανακούφιση. Νιώσαμε και οι δύο σαν να έσπασε τα δεσμά των φυλακών της και να ήταν έτοιμη να βγει ξανά στη ζωή. Όλες οι προοπτικές είναι ανοιχτές μπροστά της.
Ηλιάνα Χρυσικάκου
Ψυχολόγος – Συστημική Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεύτρια